- βλαντί
- τοβλ. βλαττί.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Βλαντί, Μαρίνα — (Marina Vlady, Γαλλία 1938 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Γαλλίδας ηθοποιού Μαρίνα ντε Πολιάκοφ Μπαϊντάροφ. Ξεκίνησε την καριέρα της στον κινηματογράφο ως παιδί θαύμα και στη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 ήταν ήδη μεγάλη σταρ. Γύρισε… … Dictionary of Greek
βλαττί — το και βλαντί (Μ βλαττίον και βλαττίν, βλαντίον και βλαντίν) [βλάττα] πολυτελές, μεταξωτό ύφασμα ή φόρεμα, συνήθως κόκκινο ή πορφυρό («ξέρω να υφαίνω το βλαντί, να υφαίνω το μετάξι») νεοελλ. 1. οποιοδήποτε πολύτιμο πράγμα 2. αγαπημένο, χαϊδεμένο… … Dictionary of Greek
Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… … Dictionary of Greek